Εκτύπωση

Ο Μύθος ως Λογοτεχνικό είδος του Γερμανικού Διαφωτισμού με παιδαγωγικό ενδιαφέρον

 

Ο Μύθος (γερμ. "die Fabel"), ήταν ένα κυρίαρχο είδος της γερμανικής λογοτεχνίας, που άνθισε ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της εποχής του Διαφωτισμού του 18ου αιώνα και επηρέασε το παγκόσμιο λογοτεχνικό σκηνικό και στα νεότερα χρόνια. Πρόκειται για μια μορφή της λογοτεχνικής έκφρασης, με παιδαγωγική χροιά, που ήταν ιδιαίτερα αγαπητή και διαδεδομένη και έτυχε ενθουσιώδους υποδοχής από το ευρύ κοινό.

Ο πιο απλός ορισμός του συγκεκριμένου λογοτεχνικού είδους είναι ότι αποτελεί ένα επικό διήγημα, με τη μορφή στίχων ή πεζού λόγου, που περιέχει διδακτικό περιεχόμενο και φιλοδοξεί να μεταδόσει στον άνθρωπο αξίες και ιδανικά, που είναι απαραίτητα στη ζωή και το μετέπειτα έργο του, είτε πρόκειται για παιδιά, είτε για ενήλικες.

Η δομή του μύθου διαμορφώνεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε στο τέλος να παρατίθεται το λεγόμενο 'ηθικό δίδαγμα' του κάθε μύθου, το οποίο συχνά είναι ένα απόφθεγμα σοφίας ή ένα σημαντικό γνωμικό. Ο μύθος βίωσε το αποκορύφωμά του κατά την περίοδο του 18ου αιώνα, παρ' όλο που η ιστορία του ήταν ήδη πάνω από 2000 ετών. Ο Αίσωπος στην Ελλάδα έγραψε τον 6ο π.Χ. αιώνα τους πρώτους μύθους, οι οποίοι χρησίμευσαν αργότερα σαν πρότυπο και για πολλούς άλλους μεταγενέστερους συγγραφείς μύθων. Οι πρώτοι μύθοι στη Γερμανία γράφτηκαν κατά το Μεσαίωνα (Mende, n.d.)

Η ανάπτυξη του μύθου το 18ο αιώνα μοιράζεται σε τρεις χρονικές περιόδους: Κατά τη διάρκεια της αρχής του 18ου αιώνα, όπου με τη συμβολή των μύθων επεξηγούνταν οι ιδέες του Διαφωτισμού και η ηθική διαπαιδαγώγηση, από το 1750 και μετά, όπου διαπιστώνουμε μέσω των μύθων την έντονη κριτική στα κακώς κείμενα της κοινωνίας και γύρω στα τέλη του 18ου αιώνα, όπου η κριτική μέσω των μύθων άρχισε να ασκείται και ενάντια στην πολιτική ζωή του τόπου και ιδίως εναντίον των φεουδαρχών και του τρόπου ζωής τους και σταδιακά πήρε τη μορφή της σάτιρας.

Η τεχνική της συντομίας, η γνώση που μεταδιδόταν στο αναγνωστικό κοινό με έναν διασκεδαστικό και ταυτόχρονα διδακτικό τρόπο και ο αλληγορικός μηχανισμός παρουσίασης των μύθων, που έντυνε με εικόνες το λόγο, έβρισκαν μεγάλη απήχηση και στους κύκλους των πιο απλών πολιτών.

Ήδη από τις αρχές της συγγραφής τους, το αναγνωστικό κοινό, αλλά και οι λόγιοι της εποχής, αναγνώριζαν τους μύθους ως λογοτεχνική μορφή πάλης ενάντια στα κακώς κείμενα ή σε όλα εκείνα που δεν τύχαιναν της αποδοχής τους.

Στα χρόνια μεταξύ του έτους 1730 και 1800 κυκλοφόρησαν στη Γερμανία πάνω από 50 συλλογές μύθων, μεταξύ των οποίων και οι μύθοι πολλών αναγνωρισμένων και διακεκριμένων συγγραφέων, όπως ο Lessing, ο οποίος εισήγαγε το 1759 μία δική του θεωρία αναφορικά με τους μύθους. Σαν «παράδειγμα της πρακτικής διδασκαλίας των ηθών» (Lessing), αντιμετωπιζόταν ο μύθος από τους κύκλους των συγγραφέων του 18ου αιώνα σαν ιδιαιτέρως ενδεδειγμένο μέσο γι' αυτό το σκοπό, λόγω του παιδαγωγικού του χαρακτήρα, της συντομίας, της απλής δομής του και για την εύκολη απομνημόνευση των εικόνων και των ιδεών που μεταδίδονταν μέσω αυτού, που εκπλήρωνε έτσι το γενικότερο σκοπό του Διαφωτισμού, ο οποίος ήταν η μόρφωση και διαπαιδαγώγηση ακόμη και του πιο απλού πολίτη. Σε κανένα άλλο λογοτεχνικό είδος δεν μπορούσαν να συνδεθούν κατ'αυτό τον τρόπο η τέρψη, αλλά και το πνευματικό όφελος των ανθρώπων όσο στους μύθους.

Εντός των μύθων, παρατηρείται η κυριαρχία και η δράση από φιγούρες που προέρχονται από το ζωικό βασίλειο ή ακόμη και από το βασίλειο των θεών, που συμβάλλουν στην εξέλιξη της πλοκής τους. Ο έμμεσος λογοτεχνικός λόγος, που είναι κωδικοποιημένος, αφού χρησιμοποιούνται μεταφορές και αλληγορίες, χρησιμοποιείται από τους συγγραφείς, για να ειπωθεί κάτι, το οποίο είτε δεν επιτρέπεται να ειπωθεί άμεσα, είτε δεν μπορεί να ειπωθεί διαφορετικά, είτε μπορεί να ειπωθεί μόνο έμμεσα, για να εξυπηρετήσει την εξέλιξη της πλοκής του μύθου.

Κατ' επέκταση, αναφορικά με τη δομή των μύθων, ήταν συνήθης η τακτική εκ μέρους των συγγραφέων να δίνουν μεγάλη σημασία στην ανθρώπινη δράση και σκέψη, όπως επίσης και να γίνονται υπαινιγμοί και αναφορές σε κάθε είδους κοινωνικά προβλήματα, τα οποία πολύ συχνά μεταφέρονταν και στη σφαίρα της ψυχοσύνθεσης του ανθρώπου και αποδίδονταν στις διάφορες πτυχές της προσωπικότητάς του. Η παράμετρος αυτή διασαφηνίζεται και από τα σατιρικά στοιχεία που πλαισιώνουν το μύθο, καθώς επίσης και από έναν τρόπο αφήγησης, που διακατέχεται από μία παιδαγωγική αύρα, που έχει σαν σκοπό τη διαπαιδαγώγηση, αλλά και τη νουθεσία του ανθρώπου.

Διαπιστώνεται λοιπόν, ότι ο μύθος συνέβαλλε και στη δημιουργία μιας λογοτεχνίας που βρισκόταν κοντά στο λαό και συν τοις άλλοις φρόντιζε και για την εποικοδομητική ψυχαγωγία του. Επίσης, ο μύθος που φάνηκε να αγγίζει ένα αρκετά υψηλό ποσοστό του λαού παρατηρείται ότι παραμένει διαχρονικός, όσα χρόνια κι αν περάσουν, αφού ακόμη και στις μέρες μας κατέχει περίοπτη θέση στα σχολικά βιβλία ανά τον κόσμο.

Παρατίθεται παρακάτω ένας από τους πιο διαδεδομένους και σημαντικούς μύθους του Lessing, ο οποίος διδάσκεται ακόμη και σήμερα σε αρκετά σχολεία της Γερμανίας και ακολουθεί μια συνοπτική ανάλυσή του:

Ο Δίας και το πρόβατο

Το πρόβατο έπρεπε να υποφέρει πολλά ανάμεσα σε όλα τα ζώα.Πήγε λοιπόν στον Δία και τον παρακάλεσε να μειώσει αυτήν τη μιζέρια.

Ο Δίας φάνηκε πρόθυμος και λέει στο πρόβατο: "Βλέπω όντως, ευσεβές μου πλάσμα, ότι σε έπλασα εντελώς ανυπεράσπιστο. Επίλεξε λοιπόν, πώς να επανορθώσω καλύτερα γι αυτό το σφάλμα. Θέλεις να σου βάλω στο στόμα σου τρομερά δόντια και στα πόδια σου τεράστια νύχια;"

"Όχι", λέει το πρόβατο. Δεν θέλω να έχω κάτι το κοινό με όλα τα αρπακτικά.

"Ή", συνέχισε ο Δίας, 'μήπως θέλεις να τοποθετήσω δηλητήριο στη γλώσσα σου;"

"Αχ", πρόσθεσε το πρόβατο, "τα δηλητηριώδη φίδια τα μισούν όλοι".

"Επιτέλους, τι θέλεις να σου κάνω; Θα σου φυτέψω κέρατα στο μέτωπό σου και θα δώσω δύναμη στο λαιμό σου".

'Ούτε κι αυτό μεγαλόψυχε πατέρα. Θα χτυπιέμαι εύκολα σαν τον αιγόκερο.

"Και εξίσου", του λέει ο Δίας, "πρέπει να μπορείς να κάνεις κακό κι εσύ όταν θέλουν να σου κάνουν κακό οι άλλοι".

"Θα έπρεπε να το κάνω', αναστέναξε το πρόβατο. Ε, τότε μεγαλόψυχε πατέρα, άφησέ με όπως είμαι. Διότι η ικανότητα του να μπορώ να κάνω κακό σε κάποιον, προκαλεί, φοβάμαι την όρεξη να θέλω να κάνω κακό σε κάποιον και είναι καλύτερα, άδικα να υποφέρω παρά άδικο να πράττω".

Ο Ζευς το ευλόγησε το ευσεβές πρόβατο και από εκείνη την στιγμή σταμάτησε να παραπονιέται.

Ανάλυση:

Το πρόβατο προβάλλεται εύθραυστο και αδύναμο, υποφέροντας περισσότερο από κάθε άλλο ζώο. Σε μια προσπάθεια ερμηνείας των πρωταγωνιστών του μύθου, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι το πρόβατο συμβολίζει εδώ έναν εκπρόσωπο της αστικής τάξης - όπως π.χ. έναν αγρότη - ο οποίος αισθάνεται να βρίσκεται σε μειονεκτική θέση έναντι των υπολοίπων ζώων, που ενδεχομένως συμβολίζουν τους ηγεμόνες.

Με τον τρόπο αυτό, αναδύεται το θέμα της σύγκρουσης των κοινωνικών τάξεων, που ήταν ένα από τα αγαπημένα θέματα των εκπροσώπων της λογοτεχνίας και των τεχνών της εποχής, το οποίο ανέπτυσσαν με κάθε λεπτομέρεια στα έργα τους.

Το πρόβατο όμως, που συμβολίζει το γεωργό, απορρίπτει την πρόταση του Δία να το κάνει πιο επιθετικό και βίαιο προκειμένου να κατορθώσει να επιβληθεί στα υπόλοιπα ζώα, μη θέλοντας να γίνει όπως και εκείνα, τα οποία όπως είπαμε εκπροσωπούν την τάξη της αριστοκρατίας.

Το πρόβατο προτιμά να μην διαταράσσει την ηρεμία της καθημερινότητας, να μην γίνει τόσο άδικο όπως τα υπόλοιπα ζώα και επιλέγει να εξακολουθήσει να ζει υποφέροντας παρά να πράττει με γνώμονα το συμφέρον.

Μόνο όποιος είναι καλός και δίκαιος απέναντι στους άλλους είναι ένας ευγνώμων και θεοσεβούμενος άνθρωπος και μπορεί να διεκδικήσει αργότερα μία θέση στο βασίλειο του ουρανού.

Στην τελευταία πρόταση του μύθου έρχεται η κάθαρση, όπου το πρόβατο ευλογείται από το Δία για τη μεγαλοψυχία και την ανθρωπιά που επέδειξε, επιλέγοντας το συνετό και το δίκαιο, συμβολίζοντας έτσι την ανωτερότητα και το μεγαλείο ψυχής που διακατείχε τους εκπροσώπους της αστικής τάξης έναντι των εκπροσώπων της αριστοκρατίας.

Βίκυ Καλοφωτιά